Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 

 
Ομιλία στο “40th Annual Conference of the Johns Hopkins International Fellows in Urban Studies”

Σάς ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση που μου απευθύνατε να παραστώ και να συμμετάσχω στις εργασίες του Συνεδρίου σας.
Συγχαίρω τους διοργανωτές του  συνεδρίου, γιατί συμβάλουν σε ένα πραγματικά επίκαιρο και πολυσύνθετο θέμα, την ανάδειξη συγκεκριμένων μέσων, εργαλείων και πολιτικών με την εφαρμογή των οποίων θα μπορέσει να υλοποιηθεί το αίτημα για την πολιτιστική και οικονομική αναγέννηση πόλεων και περιοχών

Το φαινόμενο της προώθησης του μάρκετινγκ των πόλεων και των περιοχών δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς την αναφορά στις αλλαγές που έχουν απέλθει παγκοσμίως στις οικονομικές και κοινωνικές δομές. Με δεδομένη τη σημερινή οικονομική κρίση που έχουμε  να διαχειριστούμε, είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι οι πρωτοβουλίες αναγέννησης πόλεων και περιοχών, συνδέονται με τις οικονομικές εξελίξεις και την κρίση των παραδοσιακών οικονομικών δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα κατά τη δεκαετία του 1980, πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, που είχαν σοβαρά πληγεί από τη βιομηχανική ύφεση, χρησιμοποίησαν με επιτυχία την πολιτιστική και τουριστική βιομηχανία για να αναζωογονηθούν,  να βελτιώσουν την εικόνα τους στο εσωτερικό και το εξωτερικό και να προσελκύσουν νέες οικονομικές δραστηριότητες. Αναπτυξιακές πολιτικές που βασίζονται στην πολιτιστική αναγέννηση των πόλεων εφαρμόστηκαν στη Βρετανία, σε αρκετές παρηκμασμένες βιομηχανικές πόλεις κατά τη δεκαετία του ’80 όπως είναι το Μπέρμιγχαμ, η Γλασκώβη , το Λίβερπουλ, το Νιούκαστλ και το Σέφφιλντ και άλλες. Πιο πρόσφατα, πρωτοβουλίες αναγέννησης άρχισαν να χρησιμοποιούν και οι μαζικές τουριστικές περιοχές της μεσογειακής Ευρώπης. Η Μαγιόρκα έχει, από πολλές απόψεις, θέσει την ατζέντα για την αναγέννηση των τουριστικών περιοχών, ακολουθώντας το συνδυασμό νομοθετικών μέτρων και επενδύσεων με στόχο τον έλεγχο της  τουριστικής ανάπτυξη και την ανακατασκευή της  εικόνας της περιοχής.

Με αυτή την έννοια, θεωρώ ότι, στη σημερινή οικονομική συγκυρία,  το θέμα του συνεδρίου σας συμβάλει σε μια πολύ επίκαιρη για τη χώρα μας συζήτηση.

Στον στόχο της αναγέννησης των πόλεων και των περιοχών, η κληρονομιά παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο στόχος της αύξησης της πολιτιστικής εμπειρίας πραγματοποιείται με τη δημιουργία νέων πολιτιστικών προϊόντων, στα οποία η έννοια του πολιτιστικού πόρου διευρύνεται ώστε να εξυπηρετεί το πολιτιστικό μάρκετινγκ της κάθε περιοχής Το πλήθος και το εύρος των πόρων και των προϊόντων πολιτιστικής κληρονομιάς, που εμφανίζεται σήμερα, είναι κυρίως το αποτέλεσμα σοβαρών επενδύσεων. Στην Βαρκελώνη για παράδειγμα, χρησιμοποιούν έναν ευρύ ορισμό που συμπεριλαμβάνει από τα μουσεία μέχρι την ποδοσφαιρική ομάδα της πόλης και από πολιτιστικές ιστορικές διαδρομές βασισμένες σε Ρωµανικά αξιοθέατα μέχρι την πρόσφατη ναυτική παράδοση και την αρχιτεκτονική δημιουργία του 20ου αιώνα.

Η εξέλιξη του ελληνικού θεσμικού πλαισίου για τη διατήρηση της κληρονομιάς ακολούθησε ως ένα βαθμό την εξέλιξη της ιδεολογίας για τη διατήρηση και την προστασία έτσι όπως αναπτύχθηκε σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η έννοια του μνημείου ως  αντικείμενο που προστατεύεται και αξιοποιείται, έχει πλέον επεκταθεί  από τα μεμονωμένα αρχαία μνημεία, στα σύνολα, στη νεότερη παράδοση και πρόσφατα στη σύγχρονη αρχιτεκτονική δημιουργία, στη φυσική κληρονομιά και στα τοπία.

Ο εμπλουτισμός της έννοιας του μνημείου ως αντικείμενο προστασίας αλλά και αξιοποίησης, είναι βασικός στην κατασκευή της νέας «πολιτιστικής εικόνας» των πόλεων και των περιοχών. Θα σας μεταφέρω στο χώρο του Αιγαίου που γνωρίζω καλά, για να μπορέσω να δώσω συγκεκριμένα παραδείγματα. Ο αιγιακός πολιτισμός είναι πολύπλευρος και πολυσύνθετος και δεν περιορίζεται σε πολιτιστικά στερεότυπα. Η διαχείριση και ανάδειξή του είναι ένα δύσκολο επιχείρημα, με το οποίο έχω προσωπικά καταπιαστεί από διάφορες θέσεις.

Η νεότερη οικιστική παράδοση, έχει εισαχθεί στην κοινή συνείδηση ως  πολιτιστικός πόρος και τουριστικός πόρος στα τέλη της δεκαετίας του 1980 με την εισαγωγή της έννοια των  «παραδοσιακών οικισμών». Το 2000, όταν ανέλαβα Υπουργός  Αιγαίου ξεκινήσαμε μια προσπάθεια για την ανάδειξη της Αιγιακής αρχιτεκτονικής παράδοσης.   Η διερεύνηση του θεσμικού πλαισίου που ίσχυε έως τότε, κατέδειξε ότι, από το σύνολο των 1.215 οικισμών του Αιγαίου, μόνο οι 263 είχαν κηρυχθεί παραδοσιακοί βάσει Προεδρικών Διαταγμάτων γενικού χαρακτήρα, ενώ μόνο 39 από αυτούς έχουν σαφείς όρους κατασκευής μέσα από ειδικά διατάγματα. Είναι προφανές, ότι δεν είναι δυνατόν να προστατευθεί μέσα σε ένα γενικό πλαίσιο η ιδιαιτερότητα  και η πολυμορφία που χαρακτηρίζει τους νησιωτικούς οικισμούς. Με την αρμοδιότητα που είχε ο Υπουργείο Αιγαίου, την περίοδο 200-2004 εκδόθηκαν  σειρά  εξειδικευμένων Προεδρικών Διαταγμάτων για περισσότερους από 50 νησιωτικούς οικισμούς ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και θεσπίστηκαν  ειδικοί όροι και περιορισμοί για την προστασία τους με γνώμονα τα ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία που συνθέτουν την τοπική αρχιτεκτονική τους φυσιογνωμία και εξασφαλίζουν την αναγνωσιμότητα τους.

Η βιομηχανική και προβιομηχανική κληρονομιά του Αιγαίου, αποτελεί ένα σημαντικό, αν και έως πρόσφατα σχετικά παραγνωρισμένο κομμάτι της νεοελληνικής μας παράδοσης και συνείδησης Την τελευταία εικοσαετία, έχει εμφανιστεί στη χώρα μας ένα ισχυρό ρεύμα αξιοποίησης των ιστορικών βιομηχανικών συγκροτημάτων. Η Λέσβος είναι η πρώτη περιοχή της Ελλάδας, όπου οργανωμένα μπήκαν σε εφαρμογή έργα αποκατάστασης και επανάχρησης βιομηχανικών κτισμάτων. Από τη θέση του Νομάρχη, μαζί με τη συμπαράσταση και τη συνεργασία των τοπικών φορέων, το 1984 ξεκινήσαμε ένα πρωτοπόρο πρόγραμμα που περιλάμβανε την αγορά και αποκατάσταση τεσσάρων κοινοτικών ελαιοτριβείων και ενός σαπωνοποιείου τα οποία μετατράπηκαν σε χώρους πολιτισμού. Η καταγραφή που έγινε από το Υπουργείο Αιγαίου το 2001 έδειξε έναν απίστευτο πλούτο από βιομηχανικά κελύφη αλλά και από εξοπλισμό. Την τρέχουσα περίοδο έχουμε πλέον μετατοπίσει την προσπάθεια μας στην συνολική αναβίωση των παραδοσιακών αυτών συγκροτημάτων, όπως έγινε με το ιστορικό ελαιοτριβείο Βρανά, στον Παππάδο της Λέσβου το οποίο ανήκε στον παππού του Οδυσσέα Ελύτη.

Η αγροτική κληρονομιά, αποτελεί μια πτυχή της παράδοσης που πάντα με συγκινούσε και έχω ασχοληθεί αρκετά μ’ αυτήν
-η οποία για πολύ καιρό θεωρούνταν «φτωχή» και υποδεέστερη, επειδή δεν μάς άγγιζε αισθητικά-
Αποτέλεσμα της ελλειμματικής αισθητικής μας παιδείας και μίας εμμονής στο μοντέλο της πολιτισμικής ιεράρχησης. Η προστασία αυτής της αρχιτεκτονικής έκφρασης
–όπως κάναμε για παράδειγμα με την κήρυξη ως διατηρητέων 52 αγροτικών «κατοικιών» στην Ανάφη - αποτελεί το πρώτο βήμα για την μελλοντική της αξιοποίηση με  δημιουργία ειδικών θεματικών προϊόντων.

Θα μπορούσε να σας κουράσω μιλώντας για τις ποικίλες μορφές του Αιγιακού  πολιτισμού, αλλά τις ανέφερα μόνο ως παράδειγμα για την ποικιλία των στοιχείων που μπορούν και πρέπει να χρησιμοποιηθούν στον τοπικό σχεδιασμό και το μάρκετινγκ για τη δημιουργία ισχυρής και διακριτής ταυτότητας.

Σήμερα, ύστερά από μια δεύτερη μεταπολεμική περίοδο ραγδαίας οικοδόμησης, και επέκτασης, μέσα από μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, μπαίνουμε  σε μια περίοδο «εσωτερικής» αναζήτησης των περιοχών. Στην κατεύθυνση βιώσιμης αναγέννησης, οι προοπτικές για τις πόλεις και τις περιοχές, μεταθέτουν το ζήτημα του χωρικού σχεδιασμού, από τη χωρική επέκταση στη βελτίωση του υφιστάμενου χώρου. Η αναβάθμιση του τοπίου με αστικές αναπλάσεις, αποκαταστάσεις του φυσικού τοπίου και εξωραϊσμούς, αποτελεί κεντρική στρατηγική αναγέννησης, αλλά και εργαλείο μάρκετινγκ που χρησιμοποιείται για να χτίσει τη νέα εικόνα των «αναγεννημένων» περιοχών, να ενισχύσει την τοπική ταυτότητα, τη ζωτικότητα και την κοινωνική συνοχή.
Η εισαγωγή του πολιτιστικού σχεδιασμού στις αναπλάσεις έχει ως στόχο την "επανακάλυψη της παράδοσης" όπου κάθε πόλη και περιοχή αναδεικνύει την τοπική ιστορική της παράδοση, τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Στα πλαίσια της πολιτιστικής αναγέννησης των πόλεων και των περιοχών, ο αστικός σχεδιασμός καλείται να παράγει μια αίσθηση της περιοχής, της τοπικής ταυτότητας και του κοινού πολιτιστικού θέματος με την κατάλληλη ανάδειξη των ιστορικών πτυχών να έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση.
Τη σημερινή περίοδο, έχουν διαμορφωθεί και στη χώρα μας οι θεσμικές και άλλες συνθήκες για την αναβάθμιση στο σύνολο του διαμορφωμένου τοπίου των πόλεων και των περιοχών.
Τα μεγάλα έργα που έγιναν στην πρωτεύουσα και στις μεγάλες πόλεις με πόρους από το Β και Γ ΚΠΣ, μας κληροδότησαν επιπλέον τεχνογνωσία, θεσμικά εργαλεία και εμπειρία σε ολοκληρωμένες παρεμβάσεις  για την ανάδειξη του ιστορικού χαρακτήρα των ιστορικών πόλεων και περιοχών της Ελλάδας. Το επιτυχημένο παράδειγμα της «Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας Α.Ε», στη διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου ίδρυσής της οποίας  είχα  συνεργαστεί από κοινού με το συναρμόδιο Υπουργείο ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ, μας έχει δώσει πολύτιμές εμπειρίες για τις δυνατότητες και της δυσκολίες που έχει το εγχείρημα της συνεργασίας σε παρεμβάσεις ιστορικών περιοχών.
Ένα σημαντικό βήμα που έχουμε κάνει ως πολιτεία την τρέχουσα δεκαετία, είναι η δυνατότητα επέμβασης σε ιδιωτικά – μη παραδοσιακά κτίρια. Ο Ν.3044/02 «Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.», δίνει για πρώτη φορά τη δυνατότητα επιχορήγησης ιδιωτών με σκοπό την αποκατάσταση και συντήρηση των όψεων των κτηρίων και εισάγει την έννοια των «περιοχών αισθητικής αναβάθμισης». Πολύ πρόσφατα ο νόμος 3843/2010 περί «Ταυτότητας κτιρίων, υπερβάσεις δόμησης και αλλαγές χρήσης, μητροπολιτικές αναπλάσεις και άλλες διατάξεις» εισάγει την έννοια της περιβαλλοντικής επανόρθωσης σε «εκτός σχεδίου περιοχές» και τη δημιουργία «πράσινου ταμείου» για τη χρηματοδότηση -μεταξύ άλλων- των έργων περιβαλλοντικής αναβάθμισης. Ο Νόμος 3201/2003, που θέσπισα από τη θέση του Υπουργού Αιγαίου, αποτελεί το πρώτο και μοναδικό μέχρι σήμερα νομοθετημένο πλαίσιο που λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα και κίνητρα, για την απόσυρση (κατεδάφιση) ή την ανάπλαση ιδιωτικών κτιρίων με κίνητρα και με εφαρμογή του στα νησιά του Αιγαίου. Ο νόμος έχει διπλό στόχο: α) την αποκατάσταση του τοπίου των νησιών και β) την αναβάθμιση του συνολικού τουριστικού προϊόντος μιας περιοχής. Είναι ο πρώτος νόμος που εξυπηρετεί την έννοια της αποκατάστασης του τοπίου, το οποίο αναγνωρίζεται ως σημαντικός οικονομικός  πόρος για τις τοπικές κοινωνίες σύμφωνα και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το Τοπίο που πρόσφατα κύρωσε η Ελλάδα (ν.3827/2010). Το μέτρο της «απόσυρσης» αποτελεί ένα καινοτόμο για την Ελλάδα εργαλείο που μπορεί να θεραπεύσει θέματα αισθητικά, πολεοδομικά, ποιότητας υπηρεσιών και να αποτελέσει ισχυρό στοιχείο προβολής των ελληνικών προορισμών. Σήμερα,  που δρομολογείται η ενεργοποίηση του νόμου 3201/2003, στις προτεραιότητές μας είναι η ενίσχυση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του νόμου, ώστε να αιτιολογηθεί και να μεγιστοποιηθεί  η ωφέλεια της δημόσιας επένδυσης,

Θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου, υποστηρίζοντας ότι η σημερινή οικονομική κρίση θα πρέπει να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες ανάπτυξης. Η οικονομική αναγέννηση των πόλεων και περιοχών με τη χρήση του πολιτισμού και της κληρονομιάς μας αποτελεί σε αυτό το πλαίσιο ένα σημείο αιχμής για την πολιτική και τον σχεδιασμό.